Ραβέλ, Μορίς

Ραβέλ, Μορίς
(Ravel, Σιμπούρ, Ατλαντικά Πυρηναία 1875 – Παρίσι 1937). Γάλλος συνθέτης. Αν και έγινε γνωστός το 1895 με μια Χαμπανέρα, στην οποία έδινε τολμηρές αρμονικές λύσεις, η διείσδυση του Ρ. στον κόσμο της μουσικής υπήρξε αρκετά αργή. Φοίτησε στο Ωδείο του Παρισιού μέχρι το 1905 και έλαβε μέρος τέσσερις φορές χωρίς αποτέλεσμα στον διαγωνισμό του Βραβείου της Ρώμης, αν και είχε στο ενεργητικό του σελίδες όπως η Παβάνα για μια νεκρή ινφάντη, που συνέθεσε το 1899 για πιάνο και ξανάγραψε το 1912 για ορχήστρα, τα Συντριβάνια (1901), ένα Κουαρτέττο εγχόρδων (1902-1903). Ένα κλίμα εχθρότητας βάραινε τη μουσική του Ρ. μέχρι το 1907 (μια αποτυχημένη εκτέλεση των Φυσικών ιστοριών –για τραγούδι και πιάνο– έγινε αιτία να κατηγορηθεί και ως λογοπλόκος) όταν η Ισπανική Ραψωδία για ορχήστρα και αργότερα (1908) η σουίτα για πιάνο Gaspar de la nuit έφεραν την αναγνώριση της μουσικής του Ρ. ως ανεξάρτητης από τη μουσική του Ντεμπισί. Στο Ρ. η αρμονική λεπτότητα, που χαρακτηρίζει τον μουσικό εμπρεσιονισμό του Ντεμπισί, σκληραίνει ως προς την πλαστικότητα των συγχορδιών, ενώ η μελωδία ξαναβρίσκει μια καινούργια, κομψή γραμμικότητα, ακόμα και μέσα στον εκλεπτυσμένο πλούτο του αρμονικού πλέγματος. Παραδειγματικά είναι, από την άποψη αυτή, το μπαλέτο Δάφνις και Χλόη (που ανέβηκε το 1912) –από το οποίο ο Ρ. έβγαλε κατόπιν δύο σουίτες για ορχήστρα– και, στο τέλος πια της καριέρας του, δύο κοντσέρτα για πιάνο και ορχήστρα σε σολ μείζονα και ρε μείζονα (το τελευταίο μόνο για αριστερό χέρι), και τα δύο του 1931. Τα είκοσι χρόνια που μεσολάβησαν από το μπαλέτο Δάφνις και Χλόη μέχρι τις συνθέσεις αυτές, είναι γεμάτα κυρίως από ενορχηστρώσεις μουσικών συνθέσεων, που αρχικά είχε γράψει για πιάνο, από τις οποίες, εκτός από την Παβάνα που ήδη αναφέρθηκε, ξεχωρίζουν τα Ευγενικά και αισθηματικά βαλς και οι σουίτες Η Μάνα μου η Χήνα και ο Τάφος του Κουπρέν. Το 1925 ανέβηκε η όπερα Το παιδί και τα μάγια και το 1928 και 1930 τα μπαλέτα Μπολέρο και Βαλς, από τα οποία το δεύτερο είχε γραφεί 10 χρόνια πριν. Θύμα μιας σοβαρής νευρικής υπερκόπωσης, ο Ρ. πέρασε μαρτυρικά τα τελευταία χρόνια της ζωής του. Το 1933-34, με τα Τρία τραγούδια του Δον Κιχώτη στη Δουλτσινέα, κλείνει την καταπληκτική του σταδιοδρομία ως συνθέτη, έχοντας ήδη δοξαστεί και ως πιανίστας και ως αρχιμουσικός. Περίφημη είναι η ενορχήστρωση των Εικόνων μιας έκθεσης του Μουσόργκσκι και σοφή η αναθεώρηση των απάντων του Μέντελσον για πιάνο. Ο συνθέτης και διευθυντής ορχήστρας Μορίς Ραβέλ.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Μπεζάρ, Μορίς — (Maurice Bejart, Μασσαλία 1927 –). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Γάλλου χορευτή, χορογράφου και σκηνοθέτη όπερας Μορίς Ζαν ντε Μπερζέ (Maurice Jean de Berger). Καθοριστικά για τη ζωή και τη διαμόρφωση της προσωπικότητάς του ήταν η επιρροή που άσκησε …   Dictionary of Greek

  • Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… …   Dictionary of Greek

  • βαλς — (γαλλ. valse, γερμ. waltz). Χορός σε χρόνο τριών τετάρτων, που άνθησε τον 19o αι. Μακρινοί του πρόγονοι είναι οι γερμανικοί χοροί αλμάντ, λέντλερ κλπ., που ίσως ερμηνεύονταν με πιο ελεύθερο τρόπο. Ο όρος προέρχεται από το γερμανικό ρήμα walzen,… …   Dictionary of Greek

  • μπολερό — Παλιός ισπανικός χορός, που άνθησε προς το τέλος του 18ου αι.· η επινόησή του αποδίδεται συνήθως στον περίφημο χορευτή Σεμπαστιάν Θερέθο, ο οποίος τον είχε εμφανίσει το 1780. Η ρυθμική του αγωγή είναι σε τρεις χρόνους· χορεύεται με συνοδεία… …   Dictionary of Greek

  • βιολί — Έγχορδο μουσικό όργανο με τόξο. Έχει τέσσερις χορδές (σολ, ρε, λα, μι),που κουρδίζονται κατά πέμπτες. Η προέλευσή του, όπως άλλωστε και όλων των οργάνων με τόξο, είναι αβέβαιη. Ίσως να προέρχεται απότο αραβικό ρεμπάμπ, που έγινε γνωστό στην… …   Dictionary of Greek

  • πολυτονικότητα — Μουσικός όρος που σημαίνει τη συνήχηση μελωδικών και αρμονικών σχημάτων, που ανήκουν σε διαφορετικές τονικότητες. Ως μουσικό φαινόμενο η π. απαντά από πολύ νωρίς, π.χ. στον Κανόνα όταν η μελωδία επαναλαμβάνεται τέσσερις ή πέντε φθόγγους ψηλότερα… …   Dictionary of Greek

  • τοκάτα — Ενόργανη μουσική σύνθεση που χρονολογείται από τα τέλη του 16ου αι. Αρχικά τ. σήμαινε κάθε έργο προορισμένο να παίζεται σε όργανα με πλήκτρα, όπως εκκλησιαστικό όργανο ή τσέμπαλο (toccare = εγγίζω), ενώ καντάτα γενικά σήμαινε κάθε έργο… …   Dictionary of Greek

  • Βάρβογλης, Μάριος — (Αθήνα 1885 – 1967). Έλληνας μουσουργός, καθηγητής μουσικής και μουσικοκριτικός. Καταγόμενος από γνωστή οικογένεια αγωνιστών του 1821, παρακολούθησε μαθήματα ζωγραφικής με τον Νικηφόρο Λύτρα και το 1902 πήγε να σπουδάσει πολιτικές επιστήμες στο… …   Dictionary of Greek

  • Βον Γουίλιαμς, Ραλφ — (Ralph Vaughan Williams, Ντον Άμπνεϊ, Γκλόουστερσαϊρ 1872 – Λονδίνο 1958). Βρετανός συνθέτης. Σπούδασε στο Λονδίνο και τελειοποίησε τις σπουδές του στο Βερολίνο με τον Μαξ Μπρουχ και στο Παρίσι με τον Μορίς Ραβέλ. Ήταν οργανίστας στην εκκλησία… …   Dictionary of Greek

  • κριτική — Η νοητική ενέργεια του χαρακτηρισμού και της εκλογής και, γενικά, της κρίσης. Κοινή σε όλους τους ανθρώπους ως πρωταρχική ιδιότητα της νόησης, η κ. ασκείται σε κάθε αντικείμενο της γνώσης και, μεταξύ άλλων, στην τεχνική και στα προϊόντα των… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”